Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάιος, 2020

To Πλυσταριό του χωριού

Εικόνα
Στο Ρυάκα, κοντά και γύρω από το γεφυράκι είναι το σημείο που αποκαλούμε Πλυσταριό. Εκεί μαζεύονταν παλιά οι γυναίκες του χωριού για να πλύνουν τα ρούχα. Όπως μου ανέφεραν σε μια συζήτηση η Ειρήνη Σοϊλέ (Μπαστουνορήνη) και η Φιλίππα Βάσιλα (του Γιαννίκου) κάποτε το σημείο αυτό ήταν πολύ πιο όμορφο απ' ότι είναι σήμερα. "Ήτανε περιποιημένα, μόνο οι πέτρες εκεί που σαπουνίζαμε. Κι απ’ την κάτω μεριά στο γεφυράκι, πλύναμε κι εκεί. Ήταν μια μεγάλη πέτρα και είχε σα λακουβίτσα στη μέση και πλύνανε κι εκεί. Απ’ την απάνω μεριά, που είναι τα πλυσταριά που έχουν κάνει τώρα ήταν μια πέτρα εκεί κι ήτανε, ξέρεις, έβαζες τα ρούχα τα πολλά μπροστά κι ήβανες τα άλλα. Ήτανε λίγο λοξό, κι είχε μια κατηφοριά και τα ‘πιανες με την κοπανίδα*, και των ήδωνες με την ψυχή σου και τα ξέβγανες μετά εκεί στον τράφο, ήταν άλλη μια στο πεζούλι που είναι το ποτιστικό από πάνω και τα ξεβγάναμε εκεί που ήτρεχε συνέχεια το νερό και τα ξεβγάζαμε εκεί τα ρούχα." Η διαδικασία απλή αλλά συνάμα κουραστική.

Δεν έχει ο Μάης Σάββατα κι ο Αύγουστος Κυριακάδες

Εικόνα
Η κάθε παροιμία που λεγόταν τότε είχε τη σημασία της...  Όπως και όλους τους υπόλοιπους μήνες, έτσι και τον Μάη οι αγροτικές εργασίες δεν σταματούσαν. Φύλλισμα και θειάφισμα στ' αμπέλια, οι βοσκοί τυροκομούνε και οι αγρότες φύτευαν τους καλοκαιρινούς σπόρους. " Την άνοιξη ώσπου να περάσω του Χατζή το μύλο, από 'κει μέχρι που να πάω στη Ροπική, ελιγόνουμου απ' τη μυρωδιά απ' τα δέντρα, απ' τσοι ασπαράρτοι, απ' τη μυρωδιά που είχαν τα λουλούδια. Δηλαδή, με έπιανε κάτι, έτσι σα λυποθυμιά. Τόσο πολύ μυρίζανε, σκέψου τι αναπνέαμε. (...) Ετότε οι αθρώποι δουλεύανε, εθερίζανε, ελωνίζανε, είχαν τ' αμπέλια, έπρεπε να πάνε να θειαφίσουν τ΄ αμπέλια, έπρεπε να πάνε να τα φυλλίσουν, να τα ξεβλαστώσουν, πολλά πράγματα... Αφού ιδίως την άνοιξη που φύτευγαν τ' αμπέλια και θέλανε να τα ξεβλασταρώσουνε και μου 'λέγε η γιαγιά μου “Άκου να σου πω παιδάκι μου, δεν έχει ο Μάης Σάββατα κι ο Αύγουστος Κυριακάδες”, δηλαδή ήπρεπε και τα Σάββατα και οι Κυριακάδες αυτοί οι

Σαν την καλέσει στο χορό της δίνει το μαντήλι...

Εικόνα
...και μες στα μάτια την κοιτά και τρέμουνε τα χείλη"  λέει στους στίχους της η Χαλκορήνη στο τραγούδι "Στο πανηγύρι του χωριού" κι έτσι περιγράφει ακριβώς πως ξεκινούσε ένα ζευγάρι το χορό του και τη σημασία που είχε το μαντήλι. Πήγαινε, λοιπόν, ο χορευτής να ζητήσει από τη χορεύτρα να χορέψουν προσφέροντας της το μαντήλι του. " Ο άντρας το είχε και σηκωνότανε, ήθε να σηκωθεί να τραβήξει το μαντήλι, να προσφερθεί προς την κοπελιά και να πάει η κοπελιά να πιάσει το μαντήλι να χορέψουνε " μας λέει η Ειρήνη Σοϊλέ (Μπαστουνορήνη).  Ύστερα πλήρωνε ο άντρας τα τσαμπουνοντούμπακα (ή τα βιολιά αργότερα) κι έκανε παραγγελιά ποιο σκοπό ήθελε να χορέψουν.  " Σηκωνότανε το ζευγάρι, δε χόρευε κανένας άλλος, μόνο ο άντρας με τη γυναίκα " είναι τα λόγια του Βασίλη Βάσιλα (του Γιαννίκου).  Πάντα ξεκινούσαν με συρτό το χορό τους " Μαντήλι είχανε, μπροστά βαστά ο άντρας και πίσω η γυναίκα...   Πάντα κοιτούσε ο ένας τον άλλον " λέει ο Γιάννης Βάσιλας (Χα