Αναρτήσεις

Η πέρδικα - Αποκριάτικο Τραγούδι

Εικόνα
Την ίδια βραδιά  κουβεδιάσαμε με τον Γιαννιό και για την αποκριά. Τόσες και τόσες ιστορίες με γλέντια, με χοιροσφάγια... αλλά και δύο τραγούδια-θησαυροί! Ένα από αυτά ήταν "Η πέρδικα". Ο σκοπός που τραγουδούσαν την πέρδικα ήταν διαφορετικός από τον Αποκριάτικο σκοπό ( Κοράσι ετραγούδησε ). Η Πέρδικα Μια πέρδι ωχ αμαν αμαν μια πέρδικα καυχήστηκε Μια πέρδικα καυχήστηκε Ανατολή και δύση   Πως δεν ε ωχ αμάν αμάν πως δεν εβρέθει κυνηγός Πως δεν εβρέθει κυνηγός για να τη κυνηγήσει   Κι ο κυνη ωχ αμάν αμάν Κι ο κυνηγός σαν τ’ άκουσε κι ο κυνηγός σαν τ’ άκουσε Πολύ του βαρυφάνει   Ρίχνει τα ωχ αμάν αμάν Ρίχνει τα δίχτυα στο βουνό Ρίχνει τα δίχτυα στο βουνό Τα ξέβεργα στους κάμπους   Τα δίχτυα ωχ αμάν αμάν Τα δίχτυα τα μεταξωτά Τα δίχτυα τα μεταξωτά σε μια καινούρια βρύση   Παεί η ωχ αμάν αμάν Πάει η πέρδικα να πιει Πάει η πέρδικα να πιει και μπλέκει από τη μύτη   Παράτα ωχ αμάν αμάν Παράτα με βρε κυνηγέ Παράτα με βρε κ

Τα κάλαντα του Άη-Βασιλιού (Πρωτοχρονιάς)

Εικόνα
Μια βραδιά λίγο μετά την Πρωτοχρονιά του 2019 κάθησα με τον Γιαννιό (Γιάννης Ν. Τσάφος) και μου γνώρισε το χωριό μέσα από τις δικές του αναμνήσεις, μέσα από ιστορίες, μέσα από τραγούδια και κοτσάκια, μέσα και από τα Κάλαντα του Άη-Βασιλιού.  "Αυτά ήταν τα παλιά κάλαντα που 'ξερα"  μου 'χε πει: Η Πηγή του Δανακού τον Γενάρη του 2019                               Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά Ψηλή μου δεντρολιβανιά Κι αρχή καλός μας χρόνος εκκλησιά με άγιο θρόνος Αρχή που βγήκε ο Χριστός άγιος και πνευματικός στη γη να περπατήσει και να μας καλοκαρδίσει Αης Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία Κρατά εικόνα και χαρτί χαρτί και καλαμάρι Το καλαμάρι έγραφε και το χαρτί μιλούσε Βασίλη απόθεν έρχεσαι κι απόθεν κατεβαίνεις Από τη μάνα μου έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω και δε σας συντυχαίνω Κάτσε να φας κάτσε να πιεις κάτσε να τραγουδήσεις και να μας καλοκαρδίσεις Εμένα οι δούλιοι μου γονείς τραγούδια δε με ‘μαθα Μόνο με ‘μάθα γράμματα που ‘ν’ του θεού ποιήματα να λέω να πηγαίνω και

Καλά κρασά

Εικόνα
Όλο το χρόνο δουλεύεται το αμπέλι για να έρθει ο Σεπτέμβρης (και ο Οκτώβρης για τα πιο όψιμα) να τρυγήσουμε και να πατήσουμε. Άλλοτε το σκάψιμο, άλλοτε το φύλλισμα, άλλοτε το θειάφισμα, όλα βασικές προϋποθέσεις για να είναι έτοιμα τα σταφύλια για τα  τρυοπάθια*  όπως λέγονται στο χωριό.  Παλιότερα η διαδικασία, παρά τις δυσκολίες, ήταν γιορτή ολόκληρη, κι αυτό γιατί και τα τρυοπάθια όπως και τα λιομαζώματα ή το θέρος ήταν οικογενειακές εργασίες. Όλη η οικογένεια αλλά και κοντινοί φίλοι μαζεύονταν και πηγαίναν γι' αυτές τις δουλειές  " Στα τρυοπάθια ετότες επάενες, ήθε να μου το πεις βέβαια, αύριο μεθαύριο να ‘ρθεις να βοηθήσεις, και εμαζώνουντάνε, ξέρεις πόσα άτομα, και παένανε και μετά πάλι στον άλλο και ήτονε ωραία διασκεδαστικά"  αναφέρει χαρακτηριστικά η Χάλκα (Κατερίνα Τσάφου)   Εν αρχή ην ο τρύγος: Έπαιρναν, λοιπόν, τα πανέρια και τα καλάθια και τρυγούσαν τα αμπέλια. Ύστερα τα έβαζαν να λιαστούν μέχρι να έρθει η μέρα να τα πατήσουν. Το πάτημα, κάποτε ήταν

Σαν πας Μαριώ μου στο νερό

Εικόνα
Στην πλούσια  παράδοση του Δανακού, αξιοσημείωτη και ιδιαίτερη θέση κατέχει η μουσική. Άλλοτε τα κοτσάκια και οι πατινάδες, άλλοτε τα πολλά αποκριάτικα τραγούδι και άλλοτε τα τραγούδια του τραπεζιού, τα καθιστικά όπως λένε. Ένα από αυτά μου τραγούδησε η Στέλλα του Νικολαΐδη όπως το είχε μάθει από τη μάνα της Κυριακή Τσάφου (Μπιού* 1924 ή 1925 - 2013)  " Κι εγώ τα είχα μάθει από τη μάνα μου, ό,τι ήξερε η μάνα μου να μου πει. Σαν πας Μαριώ μου στο νερό που μας έλεγε και το τραγουδούσαμε. Εδώ το τραγουδούσανε. Το λες καθιστικά, είναι τραγούδι του τραπεζιού " Σαν πας Μαριώ μου στο νερό Σαν πας Μαριώ -ρωρωρω- μου στο -ρορορο- νερό στη βρύση θα -ραραρα- σε κα -ραραρα- ρτερώ θα σου τσακί -ριριρι- σω το -ρορορο- σταμνί να πας στη μά -ραραρα- να σου α -ραραρα- δειανή σαν σ’ αρωτη -ρηρηρη- σει η μα -ραραρα- να σου Μαριώ μου που -ρουρουρου- ‘ν’ η στα -ραραρα- μνα σου στη βρύση πα -ραραρα- πα -ραραρα- τησα και το σταμνί -ριριρι- μου τσα -ραραρα- κισα δεν είναι πα -ραραρα-

Ανοίξετε τον Κλήδωνα...

Εικόνα
Τα έθιμα του Κλήδωνα πραγματοποιούνταν την παραμονή και ανήμερα του Αγίου Ιωάννη στις 24 Ιουνίου. Οι νέοι μαζεύονταν σε ένα σπίτι το βράδυ για να βάλουν τον Κλήδωνα. Έβαζε ο καθένας μέσα σε ένα κουβέλι*  κάποιο κόσμημα και όταν τον άνοιγαν ξεκινούσε η Καλλιόπη το πρώτο τραγούδι στον σκοπό του Κλήδωνα.  Ανοίξετε τον Κλήδωνα το χρυσοκλειδωμένο καλέ, το χρυσοκλειδωμένο καλέ και βγάλτε την αγάπη μου οπού τη περιμένω καλέ, οπού τη περιμένω καλέ. Και ύστερα έβγαζαν τυχαία ένα κόσμημα και ο καθένας έπρεπε να βγάλει και να πει κι αυτός ένα τραγούδι. "Παλιά βάναμε και τον Κλήδωνα, παντού κι εδώ πέρα στω Γαρμπίνηδω πιο πολύ. Ο σκοπός που λέγανε: «Ανοίξετε τον Κλήδωνα το χρυσοκλειδωμένο καλέ, το χρυσοκλειδωμένο καλέ και βγάλτε την αγάπη μου οπού τη περιμένω καλέ, οπού τη περιμένω καλέ.» (τραγουδιστά) και έβγανε το αυτό, τίνος είναι το δαχτυλίδι, της Πιπίνας, του Μιχάλη, αυτός ήτανε ο σκοπός. (Κι έλεγε) ο καθένας ότι εμπόριε να βγάλει. Ο καθενής έβγανε ένα τραγούδι και το ‘λεγε, ήβανε το χέρι

To Πλυσταριό του χωριού

Εικόνα
Στο Ρυάκα, κοντά και γύρω από το γεφυράκι είναι το σημείο που αποκαλούμε Πλυσταριό. Εκεί μαζεύονταν παλιά οι γυναίκες του χωριού για να πλύνουν τα ρούχα. Όπως μου ανέφεραν σε μια συζήτηση η Ειρήνη Σοϊλέ (Μπαστουνορήνη) και η Φιλίππα Βάσιλα (του Γιαννίκου) κάποτε το σημείο αυτό ήταν πολύ πιο όμορφο απ' ότι είναι σήμερα. "Ήτανε περιποιημένα, μόνο οι πέτρες εκεί που σαπουνίζαμε. Κι απ’ την κάτω μεριά στο γεφυράκι, πλύναμε κι εκεί. Ήταν μια μεγάλη πέτρα και είχε σα λακουβίτσα στη μέση και πλύνανε κι εκεί. Απ’ την απάνω μεριά, που είναι τα πλυσταριά που έχουν κάνει τώρα ήταν μια πέτρα εκεί κι ήτανε, ξέρεις, έβαζες τα ρούχα τα πολλά μπροστά κι ήβανες τα άλλα. Ήτανε λίγο λοξό, κι είχε μια κατηφοριά και τα ‘πιανες με την κοπανίδα*, και των ήδωνες με την ψυχή σου και τα ξέβγανες μετά εκεί στον τράφο, ήταν άλλη μια στο πεζούλι που είναι το ποτιστικό από πάνω και τα ξεβγάναμε εκεί που ήτρεχε συνέχεια το νερό και τα ξεβγάζαμε εκεί τα ρούχα." Η διαδικασία απλή αλλά συνάμα κουραστική.

Δεν έχει ο Μάης Σάββατα κι ο Αύγουστος Κυριακάδες

Εικόνα
Η κάθε παροιμία που λεγόταν τότε είχε τη σημασία της...  Όπως και όλους τους υπόλοιπους μήνες, έτσι και τον Μάη οι αγροτικές εργασίες δεν σταματούσαν. Φύλλισμα και θειάφισμα στ' αμπέλια, οι βοσκοί τυροκομούνε και οι αγρότες φύτευαν τους καλοκαιρινούς σπόρους. " Την άνοιξη ώσπου να περάσω του Χατζή το μύλο, από 'κει μέχρι που να πάω στη Ροπική, ελιγόνουμου απ' τη μυρωδιά απ' τα δέντρα, απ' τσοι ασπαράρτοι, απ' τη μυρωδιά που είχαν τα λουλούδια. Δηλαδή, με έπιανε κάτι, έτσι σα λυποθυμιά. Τόσο πολύ μυρίζανε, σκέψου τι αναπνέαμε. (...) Ετότε οι αθρώποι δουλεύανε, εθερίζανε, ελωνίζανε, είχαν τ' αμπέλια, έπρεπε να πάνε να θειαφίσουν τ΄ αμπέλια, έπρεπε να πάνε να τα φυλλίσουν, να τα ξεβλαστώσουν, πολλά πράγματα... Αφού ιδίως την άνοιξη που φύτευγαν τ' αμπέλια και θέλανε να τα ξεβλασταρώσουνε και μου 'λέγε η γιαγιά μου “Άκου να σου πω παιδάκι μου, δεν έχει ο Μάης Σάββατα κι ο Αύγουστος Κυριακάδες”, δηλαδή ήπρεπε και τα Σάββατα και οι Κυριακάδες αυτοί οι